Culture (Κουλτούρα)
Definition
σύνολο γνώσεων, τεχνικών εξελίξεων, παραδόσεων, εθίμων, μορφών συμπεριφοράς κτλ. που χαρακτηρίζουν ή συγκροτούν ένα δεδομένο κοινωνικό σύνολο. Πνευματική και ψυχική καλλιέργεια, ως αποτέλεσμα μακράς διαδικασίας μάθησης και εκπαίδευσης· παιδεία. Π.χ.η κουλτούρα του ανθρώπου της βιομηχανικής εποχής
en: set of knowledge, technical developments, traditions, customs, forms of behavior etc. that characterize or constitute a given social group. Spiritual and mental culture, resulting from a long process of learning and education; education. e.g Culture of people in the industrial age.
Video
Music
I koultoura, Giorgos Zampetas
other related images